Σέ κάθε Μοναστήρι συνήθως ἀπέναντι ἀπό τό Καθολικό, βρίσκεται ἡ Τράπεζα, γιά νά δείχνει τήν ἱεράρχηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ὁ ἄνθρωπος δέν ἀποτελεῖται μόνον ἀπό ψυχή ἀλλά καί ἀπό σῶμα πού πρέπει νά τραφεῖ. Ἡ τροφή εἶναι ἀπαραίτητη γιά τόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό. Τόν στηρίζει καί τόν ἐνισχύει, προκειμένου νά μπορεῖ νά ἀγωνίζεται καί ἐν σώματι τόν καλόν ἀγῶνα. Προηγεῖται ἡ Θεία Λειτουργία δηλ. ἡ πνευματική οὐράνια Τράπεζα πού τρέφει τήν ψυχή κι ἀκολουθεῖ ἡ ὑλική Τράπεζα. Ἔτσι ἱκανοποιοῦνται ἱεραρχικά οἱ βασικές ἀνάγκες τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς.
Στήν περίπτωση τοῦ Πανορμίτη λόγῳ πρακτικῶν δυσκολιῶν, ἡ Τράπεζα οἰκοδομήθηκε πίσω ἀπό τό Καθολικό, στήν Ἀνατολική πλευρά τοῦ Μοναστηριακοῦ συγκροτήματος καί συγκεκριμένα στόν πρῶτο ὄροφο. Ἡ Τράπεζα χαρακτηρίζεται ὡς «μεγάλη» κι ὁ χαρακτηρισμός αὐτός ἀνταποκρίνεται ἀπολύτως στίς τεράστιες διαστάσεις πού προσέλαβε κατά τήν ἀνοικοδόμησή της, πού πραγματοποιήθηκε τό 1787, ἀπό τόν γνωστό Ρόδιο ἀρχιτέκτονα, Ἀναστάσιο Καρναβᾶ, ὁ ὁποῖος οἰκοδόμησε καί τό Καθολικό, ἐπί Ἡγουμενείας τοῦ Νεοφύτου τοῦ Α΄.
Ὁ συγκεκριμένος χῶρος ἔχει δυνατότητα φιλοξενίας τριακοσίων ἀνθρώπων καί ἐκτός ἀπό τραπεζαρία, πολλές φορές χρησιμεύει ὡς συνεδριακό κέντρο, ὅπου κατά τό παρελθόν ἔχουν λάβει χῶρα ἀξιόλογες πνευματικές, ἀλλά καί καλλιτεχνικές ἐκδηλώσεις. Ἡ αἴθουσα διαμορφώνεται σέ δύο ἀνισόπεδους χώρους, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος, εἶναι ὁ κύριος χῶρος τῆς παρατάξεως τῶν τραπεζιῶν. Στό δεύτερο καί ψηλότερο ἐπίπεδο βρίσκεται τό «Ὑπερῶον», συνέχεια τοῦ ὁποίου ἀποτελεῖ τό Παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Μέ πρωτοβουλία, φροντίδα καί προσωπική ἐπιμέλεια τοῦ μακαριστοῦ Ἡγουμένου Γαβριήλ Μαργαρίτη, τό ἔτος 1995 πραγματοποιήθηκε ἀνακαίνιση ὅλου τοῦ χώρου, ὁ ὁποῖος διακοσμήθηκε μέ βυζαντινότροπες μεγάλων διαστάσεων τοιχογραφίες τῆς Γεννήσεως καί τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, ἔργα Μοναζουσῶν τῆς Καλύμνου. Στήν συνέχεια τοποθετήθηκαν μεγάλες Εἰκόνες τοῦ Δωδεκάορτου κατά μῆκος τῶν μακρῶν πλευρῶν τῆς τεράστιας αὐτῆς αἰθούσης πού ἔδωσαν μεγαλοπρεπή ὄψη στόν χῶρο καί ἀνέδειξαν τήν ἱερότητά του.
Ἡ χαρακτηριστικότερη συνεστίαση τῆς μεγάλης Τράπεζας, εἶναι ἡ παράθεση τοῦ ἑορταστικοῦ γεύματος τήν ἡμέρα τῆς Πανηγύρεως τῆς Μονῆς τήν 8η Νοεμβρίου κάθε ἔτους. Εὐθύς μετά τήν ἀπόλυση τῆς Θ. Λειτουργίας καί ἕως ἀργά τό ἀπόγευμα, προσέρχονται χιλιάδες προσκυνητές οἱ ὁποῖοι μετέχουν στήν Τράπεζα ἀγάπης, πού προσφέρει ὡς εὐλογία ἡ Μονή ἀνεξαιρέτως σ’ ὅλους τούς παρευρισκόμενους. Τά τελευταῖα χρόνια συνήθως ὁ ἀριθμός τῶν συνδαιτυμόνων ἀνέρχεται γύρω στούς τρεῖς χιλιάδες. Σ’ αὐτό τό σημεῖο δέν πρέπει νά παραλειφθεῖ πώς ὅλη τούτη τήν κοπιαστική καί πολυήμερη ἐργασία τῆς προετοιμασίας τόσων μερίδων καλομαγειρεμένου φαγητοῦ, προσφέρουν ἀφιλοκερδῶς ἐθελοντές μάγειροι, ἐκ τῶν ὁποίων ὁρισμένοι ἔρχονται γιά τοῦτο τό τάξιμο, ἀκόμη κι ἀπ’ τό ἐξωτερικό!