Τό Πάσχα ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη Ἑορτή καί Πανήγυρη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ἑορτάζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι τό πλέον λυτρωτικό γεγονός γιά τόν ἄνθρωπο. Προηγεῖται ὅμως ἡ ὑπέρτατη Σταυρική Θυσία τοῦ Θεανθρώπου καί ὅλα ἐκεῖνα τά κοσμοσωτήρια Πάθη, διά τῶν ὁποίων τό ἀνθρώπινο γένος ἀνεκλήθη ἀπό τήν φθορά καί μεταβέβηκε στήν αἰώνια ζωή, ὅπως διακηρύσσει ἡ ὑψηλή ὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα ἀνακεφαλαιώνει ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Τήν δημιουργία, τήν πτώση, τήν ἐν Χριστῷ ἀνάπλαση καί ἀναδημιουργία. Ὁ Χριστός, ὁ Ἐσταυρωμένος καί Ἀναστάς Κύριος τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ἱστορίας, προβάλλεται μέσα ἀπό τίς ἱερές Ἀκολουθίες ὡς Αὐτός πού δίδει λύση στή διαχρονική τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου καί νοηματοδοτεῖ τήν Ἱστορία.
Ὑπάρχει δέ συνοχή καί συνέχεια στά ἀναγιγνωσκόμενα, ἀδόμενα καί τελούμενα στή Λατρεία, πού ἀποδυναμώνεται ὅμως μέ τήν ἀποσπασματικότητα τῆς μετοχῆς, σ’ ἀντίθεση μέ τή μοναστική λειτουργική πράξη. Ἡ καταφυγή τῶν φιλακόλουθων στά μοναστήρια αὐτές τίς μέρες, ὅπως στόν Πανορμίτη, αὐτό τό νόημα ἔχει. Τή δυνατότητα βιώσεως ὄλου τοῦ φάσματος τῆς προσφερόμενης, ἀπό τή λατρεία, ἀνακεφαλαιώσεως τῆς σωτηρίας ἀνθρώπου καί κόσμου.
Ἡ παροντοποίηση τῶν συνδεομένων μέ τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ ἱστορικῶν σωτηριωδῶν γεγονότων πραγματοποιεῖται μέ τά δρώμενα (λιτάνευση τῆς εἰκόνας τοῦ Νυμφίου, τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, τοῦ Σταυροῦ, τοῦ Ἐπιταφίου, Ἀποκαθήλωση), ἀλλά κυρίως μέ τό βασικότερο μέσον της ἐκκλησιαστικῆς μας λατρείας, τόν λόγο τοῦ ὕμνου καί τό μουσικό ἔνδυμά του, τόν ὑπέροχο αὐτό διφυῆ φορέα καί ἐκφραστῆ τῆς ὀρθόδοξης πίστης.
Ὁ λειτουργικός ὕμνος συνιστᾶ τήν καρδιά τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας, διότι οἱ δυνατότητες πού προσφέρει ὁ ποιητικός λόγος καθιστοῦν τήν ὑμνογραφία τό προσφορότερο μέσο γιά τή μυσταγωγία τοῦ σώματος-συνάξεως. Ὁ ὕμνος μεταβάλλει τή λατρεία σέ ἀσίγαστο στόμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, πού δίνει καθημερινά τή μαρτυρία καί ὁμολογία τῆς πίστεώς της, τῆς ἐμπειρίας τῆς σωτηρίας της.
Στήν Σύμη καί τό Μοναστήρι τοῦ Ταξιάρχου Μιχαήλ τοῦ Πανορμίτη, ὁ κάθε πιστός, βιώνει ὅλη τούτη τήν πνευματική ἀτμόσφαιρα σ’ ὅλο της τό μεγαλεῖο, ὑποβοηθούμενος ἀπό τίς κατανυκτικές ἱερές Ἀκολουθίες πού τελοῦνται καθημερινά πρωί καί βράδυ, στό Καθολικό τῆς Μονῆς, ἐνώπιον τῆς θαυματουργῆς Εἰκόνας τοῦ Πανορμίτη. Ὅταν πιά ὁ ἥλιος βουλιάξει στήν θάλασσα πίσω ἀπό τό μύλο τῆς Μονῆς, τό πανύψηλο καμπαναριό τοῦ Πανορμίτη προσκαλεῖ τούς προσκυνητές στίς Ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου.
Ἐφέτος, τήν Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία τῆς Μεγάλης Τρίτης τέλεσε ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Σύμης, Τήλου, Χάλκης καί Καστελλορίζου κ. Χρυσόστομος ὁ Β΄. Τίς ἑπόμενες ἡμέρες λειτουργοί τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου ἦταν ἐναλλάξ ὁ Ἀρχιμ. π. Ἱερόθεος καί ὁ Ἀρχιμ. π. Ἀντώνιος Πατρός μέ καταγωγή ἀπό τήν Σύμη, ὁ ὁποῖος στό ἑξῆς ἐγκατεστάθη ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας στήν Ἱ. Μονή, ὡς συγκυρηναίος τοῦ π. Ἱεροθέου, κατόπιν αἰτήματος αὐτοῦ.
Τό ἑσπέρας τῆς Μεγ. Πέμπτης ἐτελέσθη ἡ κατανυκτική Ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Παθῶν, τήν ὁποία παρακολούθησαν ἑκατοντάδες πιστῶν, πού βίωσαν αὐτά αὐθεντικά καί μέ τρόπο πνευματικό, ὅπως ἀκριβῶς ἐκφράζονται στήν ἐκκλησιαστική ὑμνογραφία καί τά δρώμενα τῆς ἡμέρας. Ἀκολούθησε μέχρι τίς πρῶτες πρωινές ὧρες ὁ στολισμός τοῦ Ἐπιταφίου, ἐνῶ εὐσεβεῖς γυναῖκες ἔψαλαν τόν «Θρῆνο τῆς Παναγίας», ὅπως τόν διέσωσε ἡ τοπική παράδοση.
Τό ἑπόμενο πρωί πένθιμες κωδωνοκρουσίες δίνουν τό σύνθημα γιά τήν ἔναρξη τῶν κατανυκτικῶν Μεγάλων Ὡρῶν τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, μετά τίς ὁποῖες τελεῖται ὁ Ἑσπερινός καί ἡ Ἀποκαθήλωση. Τό βράδυ ἔλαβε χώρα ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου Θρήνου μέ τά Ἐγκώμια, τό «τραγούδι τοῦ Νεκρωμένου Θεανθρώπου». Μοναδική ἦταν καί ἡ περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου γύρω ἀπό τό Μοναστηριακό συγκρότημα καί δίπλα ἀπό τή θάλασσα.
Τό Μεγάλο Σάββατο τό πρωί, ἡ ἀτμόσφαιρα ἔχει ἀλλάξει. Οἱ κωδωνοκρουσίες εἶναι πιά χαρούμενες καλώντας τούς προσκυνητές στόν Ἑσπερινό του Πάσχα, ἤ ὅπως εἶναι εὐρύτερα γνωστός, στήν πρώτη Ἀνάσταση. Ἡ Ἀκολουθία διανθισμένη ἀπό τίς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού προτυπώνουν τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως, χαρακτηρίζεται ἀπό τό παραδοσιακό χτύπημα τῶν καθισμάτων καί στασιδιῶν, γιά νά δηλωθεῖ ἔτσι ἡ ἀποδυνάμωση καί ἡ διάλυση τοῦ Ἅδη καί τοῦ θανάτου.
Τά μεσάνυχτα, τά πάντα μαρτυροῦν τό χαρμόσυνο γεγονός τῆς Ἀνάστασης, τό ὁποῖο δυό χιλιάδες χρόνια τώρα βιώνει ἡ Ἐκκλησία, ὡς μία ἀδιάψευστη πραγματικότητα. Στό προαύλιο, τό χιλιοτραγουδισμένο «πλατύ» του Πανορμίτη, ἔχει στηθεῖ ἀπό τό πρωί τό βάθρο, γιά νά πραγματοποιηθεῖ σέ λίγο ἡ τελετή τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ π. Ἀντώνιος προεξάρχει σ’ αὐτήν, συνεπικουρούμενος ἀπό τόν π. Ἱερόθεο καί ἐν συνέχειᾳ τελεῖ τήν Ἀναστάσιμη Θ. Λειτουργία. Ὁ π. Ἱερόθεος ἀντί ἄλλου κηρύγματος, ἀνέγνωσε εὐκρινῶς τήν διδακτικότατη «Πατριαρχικήν Ἀπόδειξιν ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχᾳ», τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Στό τέλος τῆς Θ. Λειτουργίας, ἀφοῦ ὁ Λειτουργός ἀνέγνωσε τόν Κατηχητικό Λόγο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, εὐλόγησε καί προσέφερε στούς πιστούς τά κόκκινα αὐγά. Μετά, ὅλο τό πολυπληθές ἐκκλησίασμα ἀνέβηκε στήν Μεγάλη Τραπεζαρία τῆς Μονῆς, ὅπου καί παρεκάθισε στό Πασχαλινό τραπέζι. Τό ἀπόγευμα τῆς ἡμέρας τοῦ Πάσχα ἐτελέσθη ὁ Ἑσπερινός της Ἀγάπης καί ἔτσι ἔκλεισε ἡ μεγάλη αὐτή ἑορτή, πού ὁ καθένας θά ἤθελε νά ζήσει κοντά στόν ἀγαπημένο Ἀρχάγγελο καί τήν ἱστορική Μονή Του.
Ἀπό τίς προαναφερόμενες ἱ. Ἀκολουθίες, παρατίθεται κατωτέρω ἀρχεῖο μέ ἐνδεικτικά φωτογραφικά στιγμιότυπα.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ – ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ